Τετάρτη 6 Σεπτεμβρίου 2023

Δύο σφοδρές καταιγίδες στην Επανομή το 1924 και το 1965

         Το ιστορικό καφενείο του Γ. Γραμμένου όπου μέσα λειτουργούσε και κουρείο    
ΟΙ φοβερές καταστροφές που αυτές τις μέρες πλήττουν τη Θεσσαλία, μας θυμίζουν τις σημαντικές καταστροφές που είχαν προκληθεί από δύο σφοδρές καταιγίδες οι οποίες είχαν πλήξει την περιοχή της Επανομής στο παρελθόν, κυρίως το 1924 και το 1965, όπως θυμούνται οι παλιοί κάτοικοί της, ευτυχώς με μικρή διάρκεια, περιορίζοντας έτσι τις επιπτώσεις.
Ένα χρονικό των καταστροφών που είχαν προκαλέσει εκείνες οι καταιγίδες στην Επανομή, μας παρουσίασε με πολύ γλαφυρό τρόπο ο ζωγράφος-λαογράφος Χρήστος Παπαχρήστος στο εξαιρετικά ενδιαφέρον βιβλίο του «Πως είμασταν: Επανωμή 1860-1960», σαν μία γέφυρα με το παρελθόν και με την δημοσίευση μοναδικών φωτογραφιών από την ιστορική διαδρομή της Επανομής.
Έχει ενδιαφέρον που ο Χρ. Παπαχρήστος στο τέλος της εξιστόρησης του για εκείνες τις δύο σφοδρές καταιγίδες, χτυπάει καμπανάκι προς τη δημοτική αρχή για τους τεράστιους κινδύνους που δημιουργούνται από την απόρριψη μπάζων στον χείμαρρο και τα άλλα ρέματα της Επανομής, αλλά και για τις διανοίξεις νέων δρόμων εις βάρος της κοίτης του ποταμού. «Μνήσθητι λοιπόν και να χτυπήσει το κουδουνάκι προς κάθε κατεύθυνση, πριν θρηνήσουμε και πάλι ζημιές και προπαντός ανθρώπινα θύματα», γράφει χαρακτηριστικά ο λαογράφος.
Ας παρακολουθήσουμε όμως την αφήγηση για τις δύο καταιγίδες από τον Χρήστο Παπαχρήστο:
«Τίποτα δεν προϊδέαζε το κακό που θα ερχόταν εκείνο το φθινοπωρινό πρωϊνό του 1924, εκτός από κάτι «προβατάκια», αν τα παρατηρούσε κανείς, πάνω στα Πιέρια.
Ήταν όψιμο το καλοκαίρι εκείνο. ΟΙ καρέκλες και τα τραπεζάκια ήταν στρωμένα ακόμα μονίμως έξω από τις ταβερνούλες. ΟΙ μπόμπες με τα κρασιά, που ήταν κι αυτές έξω από το καφενείο του καπετάν-Βαγγέλη, είχαν σφραγιστεί μετά το τέλος του βρασίματος και περίμεναν το μέστωμα.
 Τα εμπορεύματα του φαρμακείου-ποτοπωλείου ήταν αραδιασμένα έξω από τα κάρα, μόλις τα είχαν ξεφορτώσει. Άλλωστε, υπήρχε ολόκληρο απόγευμα στη διάθεση του κυρ-φαρμακοποιού για την τακτοποίηση. Αμ δε !!
Σε λίγο όλα έγιναν  μαύρα. Ο ουρανός μαύρος, ο ορίζοντας μαύρος μα κι αυτός τούτος ο αγέρας έγινε μαύρος. ΟΙ σταγόνες που άρχισαν να πέφτουν ήταν σαν τάλιρα και μόλις που πρόλαβε να βραχεί το χώμα, το χαλάζι άρχισε να πέφτει έτσι, λες και το έριχνε με το τσουβάλι.
«Έριχνε κόσμο κάτω με τη δύναμή του…», αφηγούνταν οι μάρτυρες της καταιγίδας εκείνης. Ένας υπόκωφος θόρυβος ακούγονταν και δυνάμωνε σαν να έβγαινε από τα σπλάχνα της γης. Ήταν φοβερό. Ο γίγαντας χείμαρρος αγρίεψε και παρέσυρε στο διάβα του ότι έβρισκε μπροστά του: ζώα, κάρα, ξύλα, βαρέλια κ.α., από την αρχή μέχρι το τέλος στα όμορα της κοίτης. Ήταν σαν θαύμα που δεν θρηνήθηκαν ανθρώπινα θύματα και αυτό γιατί η διάρκεια της καταιγίδας ήταν πολύ μικρή. Μικρή διάρκεια, με μεγάλη όμως καταστροφή. Γέμισε ο γιαλός πραμάτεια, που την επομένη τα μάζευαν ή από το λάκκο σφηνωμένα ή από την ακτή.
Η πατόζα της Επανομής πριν την παρασύρουν τα ορμητικά νερά
Και η καταιγίδα του 1965
Κάπως έτσι όμως ήταν η κατάσταση που επικρατούσε κι εκείνο το βράδυ του Αη-Νικόλα, 6 Δεκεμβρίου του 1965. Οι Νικολάδες γιόρταζαν, οι επισκέψεις ήταν στο «φόρτε» τους, ο κόσμος ανέμελος και μόνο ένα κόκκινο νέφος μακριά και μέσα στη νύχτα προμήνυε τα σημάδια της ταλαιπωρίας που ερχόταν.
Ένα τέταρτο της ώρας κράτησε, ευτυχώς, η καταιγίδα. Ήταν όμως τόσο σφοδρή και ο όγκος του νερού τέτοιος, που ορμητικοί χείμαρροι αμέσως άρχισαν να σχηματίζονται και να ενώνονται με τον κεντρικό του χωριού. Μία κουμπίνα (θεριζοαλωνιστική) σπρώχνεται από τα νερά του χειμάρρου και φράζει – ευτυχώς θα έλεγα- το ένα κανάλι του κεντρικού τούνελ. Τα νερά, άγρια και ορμητικά, ανεβαίνουν πάνω στο πλακόστρωμα της αγοράς και δεν αφήνουν τίποτα στο διάβα τους. Φούρνους, σιδεράδικο, στάβλοι, καφενεία, παντοπωλρία και αποικιακά. Ήταν κυρίως τα πρώτα θύματα της νεροποντής.
Το μέγεθος της ζημιάς και της καταστροφής καταγράφηκε την επόμενη με το φως της ημέρας, όπου αντικρίσαμε την εικόνα ενός τεράστιου τέλματος λάσπης και διαλυμένων αντικειμένων.

«Μνήσθητι» λοιπόν και να χτυπήσει το κουδουνάκι προς κάθε κατεύθυνση, πριν θρηνήσουμε και πάλι ζημιές και προπαντός ανθρώπινα θύματα. Κουδουνάκι σ’ αυτούς που πετάνε μπάζα  μέσα στο χείμαρρο, κουδουνάκι όμως προπάντων στο Δήμο, γιατί οι διανοίξεις νέων δρόμων εις βάρος της κοίτης του ποταμού, είναι ενέργεια που εγκυμονεί κινδύνους…. Και τι κινδύνους !!! Μνήσθητι λοιπόν».

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.